φλάμπουρο

φλάμπουρο
το
(λ. λατ.)
1. σημαία που τελειώνει σε σχήμα γλώσσας.
2. λάβαρο στις γαμήλιες τελετές (παλιότερα), που το αποτελούσαν ένα μαντίλι ή κομμάτια υφάσματος σε κοντάρι, το οποίο απέληγε σε σταυρό και που στα άκρα του είχε καρπούς ροδιάς (σύμβολο γονιμότητας).
3. ως κύρ. όν., Φλάμπουρο ονομασία διάφορων βουνών και χωριών της Ελλάδας.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φλάμπουρο — Πολεμική σημαία. Έτσι ονομάζονταν οι πολεμικές σημαίες στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης του 1821, καθώς και οι σημαίες των κλεφτών και των Σουλιωτών. Φ. ή φλάμουλο (από τη λατινική λέξη flammulun = σημαία με το χρώμα της φλόγας) είναι και το… …   Dictionary of Greek

  • Φλάμπουρο — Sp Flámburas Ap Φλάμπουρο/Flampouro L ŠR Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Liste der Berge in Griechenland — Diese Liste zeigt der Höhe nach geordnet die höchsten Berge in Griechenland. Name Griech. Name Höhe (Meter) Gebirge/Massiv ehem. Präfektur(en) Region(en) Olymp (Olymbos) – Mytikas Gipfel Όλυμπος 2917 Olymp (Olymbos)[1] …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Berge oder Erhebungen in Griechenland — Diese Liste zeigt der Höhe nach geordnet die höchsten Berge in Griechenland. Name Griech. Name Höhe (Meter) Gebirge/Massiv Präfektur(en) Region(en) Olymp (Olymbos) – Mytikas Gipfel Όλυμπος 2.917 Olymp (Olymbos)[1] Pieria …   Deutsch Wikipedia

  • Flampouro — Flampouro, also Flambouro or Flabouro (Greek: Φλάμπουρο), may refer to several places in Greece:*Flampouro (Florina), a village in the Florina Prefecture *Flampouro (Larissa), a village in the Larissa prefecture, part of the municipality of… …   Wikipedia

  • Flampouro, Florina — Albanian school of Flampouro in 1909 Flampouro (Greek: Φλάμπουρο, Albanian: Negovan) is a village in the central part of Florina prefecture, northern Greece, part of the Perasma municipality. The original indigenous name for the village of… …   Wikipedia

  • οκτάγλωσσος — ὀκτάγλωσσος, ον (Μ) (μόνο το ουδ. ως ουσ.) τὸ ὀκτάγλωσσον φλάμπουρο που διασχίζεται σε οκτώ γλώσσες, δηλαδή λωρίδες, γλωσσοειδείς άκρες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα (βλ, λ. οκτώ) + γλωσσος (< γλῶσσα), πρβλ. επτά γλωσσος] …   Dictionary of Greek

  • σημαία — Τίτλος ελληνικών εφημερίδων. Με τον τίτλο αυτό κυκλοφόρησαν εφημερίδες το 1871 (Αθήνα και Λευκάδα), 1875 (Ερμούπολη), 1880 (Αθήνα), 1882 (Χαλκίδα) 1885 (Βόλος), 1886 (Αθήνα), 1887 (Αθήνα) 1905 (Νέα Υόρκη), 1908 (Καβάλα), 1913 (Αθήνα, Καλαμάτα)… …   Dictionary of Greek

  • φλάμμουλο — το / φλάμμουλον, ΝΜ, και φλάμουλο Ν, και φλάμουλον Μ ονομασία τών βυζαντινών λαβάρων που χρησιμοποιούσαν ο αυτοκράτορας, τα μέλη τής βασιλικής οικογένειας και οι ανώτατοι αξιωματούχοι κατά τις τελετές και τις στρατιωτικές δραστηριότητες, αλλ.… …   Dictionary of Greek

  • φλαμπουριάρης — Επώνυμο ευγενούς οικογένειας της Επτανήσου, η οποία, μετά την Άλωση (1453), έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και πήγε αρχικά στην Κρήτη, για να εγκατασταθεί τελικά, στο μεγαλύτερο μέρος της, στη Ζάκυνθο. Στον Ιωάννη Φ. και στους απογόνους του, η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”